Η καθημερινή λήψη χαμηλής δοσολογίας ασπιρίνης μπορεί να προλάβει και ακόμη και να θεραπεύσει τον καρκίνο, σύμφωνα με τρεις έρευνες που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο The Lancet

Αξίζει να σημειωθεί ότι εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο παίρνουν καθημερινά ασπιρίνη, στο πλαίσιο της θεραπείας τους για καρδιακά προβλήματα. Αλλά οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία δεν επαρκούν για να εκδοθεί μια γενική κατευθυντήρια οδηγία για την λήψη ασπιρίνης ως μέτρο πρόληψης του καρκίνου και των θανάτων που προκαλεί, καθώς το παυσίπονο προκαλεί και σε σοβαρές παρενέργειες όπως διάτρηση στομάχου.

Ο Δρ Πήτερ Ροθγουελ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης που εκπόνησε την πιο πρόσφατη μελέτη για την ασπιρίνη έχει ήδη τεκμηριώσει τη σχέση ασπιρίνης και μειωμένου κινδύνου συγκεκριμένων καρκίνων όπως ο καρκίνος του εντέρου. Αλλά για να επιτευχθεί αυτή η σχέση, οι άνθρωποι θα πρέπει να παίρνουν ασπιρίνη τουλάχιστον για δέκα χρόνια, σε ημερήσια βάση.

Σύμφωνα όμως με τα νεότερα δεδομένα, η προστατευτική επίδραση μπορεί να επιτευχθεί συντομότερα, εντός τριών με πέντε ετών, όπως διαπιστώθηκε από την ανασκόπηση 51 ερευνών στις οποίες συμμετείχαν συνολικά 77.000 ασθενείς.

Η ασπιρίνη όχι μόνο μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαφόρων μορφών καρκίνου, αλλά επίσης εμποδίζει την εξάπλωσή του σε άλλα σημεία του σώματος.

Οι μελέτες είχαν σχεδιαστεί να συγκρίνουν την ασπιρίνη με την απουσία θεραπείας ως προς την πρόληψη της καρδιακής νόσου. Αλλά όταν ο Δρ Ροθγουελ μέτρησε πόσοι συμμετέχοντες εκδήλωσαν ή απεβίωσαν από καρκίνου, διαπίστωσε ότι υπήρχε σχέση με τη χρήση της ασπιρίνης.

Η λήψη 73 έως 300 mg ασπιρίνης καθημερινά μείωνε τον συνολικό αριθμό των περιπτώσεων καρκίνου κατά περίπου ένα τέταρτο μετά από τρία χρόνια (εννέα περιπτώσεις καρκίνου ανά 1.000 άτομα ετησίως στην ομάδα που έπαιρνε ασπιρίνη, συγκριτικά με 12 περιπτώσεις ανά 1.000 άτομα στην ομάδα ελέγχου). Επίσης μειωνόταν ο κίνδυνος καρκινικού θανάτου κατά 15% εντός πέντε ετών (και συντομότερα αν η δόση ήταν υψηλότερη των 300 mg). Αν μάλιστα οι ασθενείς έπαιρναν ασπιρίνη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τότε ο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο μειωνόταν κατά 37% εντός πενταετίας.

Η χαμηλής δοσολογίας ασπιρίνη φάνηκε επίσης να μειώνει κατά το ήμισυ την πιθανότητα του καρκίνου, ειδικά του εντέρου, να εξαπλωθεί σε άλλα σημεία του σώματος. Σε απόλυτους αριθμούς αυτό σημαίνει ότι για κάθε πέντε ασθενείς που παίρνουν ασπιρίνη, προλαμβάνεται μια καρκινική μετάσταση.

Την ίδια στιγμή, η ασπιρίνη μειώνει τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού επεισοδίου, αλλά επίσης αυξάνει τον κίνδυνο μείζονος αιμορραγίας. Ο κίνδυνος αυτός παρατηρείται μόνο τα πρώτα χρόνια της θεραπείας με ασπιρίνη και μειώνεται σταδιακά.

Οι επικριτές της μελέτης τονίζουν ότι ορισμένες από τις δόσεις που χορηγήθηκε στις μελέτες ήταν υψηλότερες των 75 mg, που συνήθως συνταγογραφούνται. Επίσης μερικές μεγάλης κλίμακας μελέτες στις ΗΠΑ αποκλείστηκαν από την ανασκόπηση.

Ο Δρ Ροθγουελ απαντά ότι για τους υγιείς ανθρώπου το σημαντικότερο μέτρο που μπορούν να λάβουν για να μειώσουν τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου είναι να σταματήσουν το κάπνισμα, να γυμνάζονται καθημερινά και να τρέφονται υγιεινά.

Σε αυτό το γενικό πλαίσιο η ασπιρίνη μπορεί να μειώσει λίγο ακόμη τον κίνδυνο, αλλά σε περίπτωση οικογενειακού ιστορικού καρκίνου, τότε η επίδρασή της είναι καθοριστική.

health.in.gr